Κυριακή 18 Αυγούστου 2019


ΤΑ ΓΕΝΝΕΘΛΙΑ ΤΗΣ ΝΕΡΑΙΔΟΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑΣ

Κάθε δάσος έχει παρά πολλές νεραιδοχωρες, μικρές και όμορφες, με τους φτερωτούς μικρούς κατοίκους, τις νεραιδουλες. Έτσι λοιπόν σε ένα μεγάλο δάσος, μιας πολύ μακρινής χωρας, μια από τις νεραιδοχωρες είχε χαρές και πανηγύρια. 
    
Γιόρταζαν τα γενέθλια της νεραιδοπριγκιπισσας. Αν με ρωτάτε τα πόσα χρόνια, ούτε η ίδια δεν ήξερε,γιατί η νεράιδες ζουν για πάντα! Έχαναν τον λογαριασμό!
Στα σύνορα με αυτό το δάσος, υπήρχε ένα χωριό ανθρώπων. Ζούσαν εκεί δυο αδερφάκια, ένα κοριτσάκι και ένα αγοράκι με τους γονείς τους. Τα παιδιά έπαιζαν κάθε μέρα κοντά στο δάσος, και πολλές φορές έμπαιναν και σε αυτό.
 
  Έτσι έγινε και την ημέρα των γενεθλίων της νεραιδοπριγκιπισσας. Παίζοντας, και τρέχοντας, μπήκαν στο δάσος πιο βαθιά, από άλλες φορές. Χωρίς να το καταλάβουν, έφτασαν στην μικρή νεραιδοχωρα. Οι φρουροί που φύλαγαν, είχαν ξαπλώσει κάτω από ένα μεγάλο μανιτάρι, και τους πήρε ο ύπνος.
 
 Έτσι δεν είδαν τα αδερφάκια, που τρύπωσαν στην χώρα τους. Καθώς προχωρουσαν έμπαιναν και πιο βαθιά, έτσι τα βρήκε η νύχτα μακριά από το σπίτι τους. Αγκαλιασμένα και φοβισμένα,  κουλουριάστηκαν, κάτω από ένα δεντρο, και κρατούσαν ακόμα και την ανάσα από τον φόβο που είχαν.

Ξαφνικά βλέπουν στο βάθος, φωτάκια σαν πυγολαμπίδες, να τους πλησιάζουν.
-Τι είναι αυτά τα φωτάκια; ρώτησε το κοριτσάκι.
-Δεν ξέρω αδερφούλα μην μιλάς θα δούμε!
Όλο και πλησίαζαν τα φωτάκια, και αφού ήρθαν πολύ κοντά,είδαν τις νεραιδουλες με τα φαναράκια τους. Έμειναν με το στόμα ανοιχτό, σαν είδαν τα μικρά φτερωτά πλασματάκια, αλλά έπαψαν να φοβούνται γιατί η νεραιδουλες ήταν γελαστές, και φιλικές.
 
-Πως περάσατε από τους φρουρούς παιδάκια, και ήρθατε έως εδώ; 
-Δεν μας σταμάτησε κανένας φρουρός, είπαν με ένα στόμα τα δυο αδέρφια.
-Ξέρετε είστε από τους πολύ λίγους ανθρώπους, που έχουν έρθει στην χώρα μας. Εσείς επειδή είστε παιδιά, και δεν ήρθατε με κακό σκοπό ή από περιέργεια, θα σας επιτρέψουμε να μείνετε για λίγο μαζί μας, στα γενέθλια της πριγκίπισσας μας. Ελάτε λοιπόν να σας δείξουμε την μικρή μας χώρα. Μπροστά οι νεραιδουλες, και πίσω τα αδερφάκια.
 Παντού έβλεπαν νεραιδουλες, να τραγουδούν, να χορεύουν, να πετούν, χαρούμενες πέρα δώθε.
- Να το παλάτι του βασιλιά μας, και της πριγκίπισσας μας είπε μια νεραιδουλα. Τους έδειξε το όμορφο παλατάκι, πάνω σε ένα μεγάλο κατακόκκινο μανιτάρι.

  - Εδώ γύρω γύρω είναι τα σπιτάκια μας, είπε μια άλλη νεραιδουλα, και τους έδειξε τα όμορφα μανιταρόσπιτα, καθαρά και πανέμορφα.
 Παντού νεραιδουλες έτρεχαν για δουλειές, και ετοίμαζαν ότι ήταν απαραίτητο για την γιορτή.
-Για δέστε παιδιά, εδώ ετοιμάζουν οι μάγειροι, τα φαγητά, τα γλυκά, και την τούρτα της πριγκίπισσας
είπε μια νεραιδουλα,και τους εδειξε τους μαγείρους γύρω από ένα μεγάλο καζάνι, να μαγειρεύουν. Άλλοι έτρεχαν πέρα δώθε, με πιάτα, και ποτήρια καθαρά για τους καλεσμένους.
 Σιγά σιγά έφτασαν στο μέρος που είχαν ετοιμάσει για την γιορτή, και εμφανίστηκε η άμαξα της νεραιδοπριγκιπισσας που την έσερναν πουλάκια, και την οδηγούσαν νεραιδουλες. Η άμαξα σταμάτησε και βγήκε η νεραιδοπριγκιπισσα,όμορφη και λαμπερή σαν τον ήλιο.
 Η νεράιδες της εξήγησαν,πως βρέθηκαν εκεί τα δυο αδερφάκια, και εκείνη τα καλοδέχτηκε. Έτσι πέρασαν κάποιες πολύ όμορφες ώρες, τα παιδιά στο νεραιδοβασιλειο. Αφού ευχαρίστησαν την πριγκίπισσα, και τις νεραιδουλες, κάποιες από αυτές τα έβαλαν σε μια βαρκούλα, και από το ποτάμι πέρασαν απέναντι, στο χωριό των ανθρώπων.
 Τα αδερφάκια έφτασαν με ασφάλεια στο σπίτι τους, και αναρωτιούνταν μήπως ήταν όνειρο όλο αυτό η το έζησαν!









Τρίτη 13 Αυγούστου 2019



Η ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΕΝΙΑ

Μια φορά και έναν καιρό σε ένα τόπο μακρινό,σε ένα όμορφο σπιτάκι στην άκρη του χωριού, ζούσε η τριανταφυλλένια με την μητέρα της. Το σπιτάκι της τριανταφυλλένια, ήταν στην μέση του κήπου που ήταν γεμάτος, όμορφες και μοσχοβολιστες τριανταφυλλιές. Η τριανταφυλλένια ήταν πανέμορφη, 
και στα μάγουλα της άνθιζαν κατακόκκινα τριανταφυλλα.
 Η μάνα της την τάιζε ροδοπέταλα με μέλι, και ήλιος δεν τη είχε δει. Η ομορφιά της ήταν ονομαστή στην χώρα. Όμως εκτός από την ομορφιά της, ήταν ονομαστή και για την καλοσύνη της. Πολλοί φτωχοί άνθρωποι του τόπου, πήγαιναν στο σπίτι της τριανταφυλλένια, και κανένας δεν έφευγε με αδειανά χέρια.
 Το βασιλόπουλο της χώρας έμαθε για την καλοσύνη, και για την ομορφιά της, και αποφάσισε να πάει να την γνωρίσει. Δεν ήθελε όμως να καταλάβει κανένας ότι αυτός ήταν ο διάδοχος του θρόνου. Έτσι ντύθηκε ζητιάνος, και ξεκίνησε για το χωριό της τριανταφυλλένιας. Μαζί με τον αγαπημένο σκύλο του έφτασαν στο σπίτι, και χτύπησε την πόρτα.
 « ποιος είναι;» ρώτησε η τριανταφυλλένια.
« ένας φτωχός περαστικός που έχασε τον δρόμο του, και σε λίγο η νύχτα θα με βρει στο δρόμο» απάντησε το βασιλόπουλο. 
Η τριανταφυλλένια άνοιξε την πόρτα, και μαζί με την μητέρα της, καλοδέχτηκαν τον ξένο. 
« θα μπορούσα να μείνω, μέχρι να ξημερώσει εγώ και το σκυλί μου, κάπου σε μια άκρη;»  ρώτησε το βασιλόπουλο « δεν θα σας ενοχλήσουμε καθόλου. 
« μετά χαράς ξένε» είπαν μάνα και κόρη.
 Έστρωσαν το τραπέζι, και η τριανταφυλλένια, έβαλε και το σκυλί φαγάκι και νερό, και έπειτα κάθησε και εκείνη στο τραπέζι. Σαν απόφαγαν έστρωσε καθαρά σεντόνια, στο κρεβάτι στο καλύτερο τους δωμάτιο,για τον ξένο, και ένα στρωσίδι, δίπλα στο κρεβάτι για το σκύλο του.Το βασιλόπουλο θαύμασε τις δυο γυναίκες, για την καλοσύνη τους. Μόλις ο ήλιος ξεπρόβαλε από την ανατολη, ο ξένος τις ευχαρίστησε, για την φιλοξενία τους, και μαζί με το σκυλί του συνέχισε τον δρόμο του. Μαγεμένος από την καλοσύνη, και την ομορφιά της τριανταφυλλενιας, είπε στον βασιλιά πατέρα του
ότι ήθελε να την παντρευτεί.

Ο βασιλιάς τον αγαπούσε πολύ και δεν ήθελε να τον χαλάσει το χατήρι. 
« εάν γιέ μου είναι τόσο καλή, και τόσο όμορφη η κοπέλα αυτή, εγώ σου δίνω την ευχή μου. Κάπου εκεί κοντά ήταν ο συμβουλάτορας, του βασιλιά και χωρίς να τον δουν, αυτός άκουσε την συζήτηση.
Η κόρη του και αυτός είχαν πάντα στο μυαλό τους, ότι θα κατάφερναν να παντρευτεί το βασιλόπουλο την κόρη του. Η κόρη του ήταν όμορφη, αλλά πολύ κακιά. Γνώριζε δε και την τέχνη της μαγείας. Σαν άκουσε τα νέα που της είπε ο πατέρας της, σκέφτηκε με τι τρόπο,θα βγάλει την τριανταφυλλένια από την μέση. Δεν χάνει καιρό ντύθηκε πραματευτής, πήρε την πραμάτεια και γραμμή για το σπίτι της τριανταφυλλενιας.
 «πραματευτής! Εδώ οι καλές πραμάτειες! Άκουσε η τριανταφυλλένια και βγήκε στο παράθυρο.
« τι καλές πραμάτειες έχεις;» ρώτησε.
«να,δες εδώ, όμορφη μου!»
«Α! μα τι όμορφη πουκάμισα είναι αυτή!»
« θα σου την δώσω πολύ φθηνά» είπε
Ήταν πολύ όμορφη όλο κεντίδια η πουκάμισα, και πολύ φθηνή και η τριανταφυλλένια την αγόρασε. Σαν έμεινε μόνη, την φόρεσε για να την δει η μάνα της. Ξάφνου άρχισε να μην αισθάνεται καλά, και έπεσε λιπόθυμη. Η μητέρα της άρχισε να κλαίει, και να φωνάζει αλλά η τριανταφυλλένια ήταν σαν πεθαμένη. Η πουκάμισα που αγόρασε ήταν ποτισμένη,σε δηλητήριο που η κακιά κοπέλα έφτιαξε για να κάνει κακό στην τριανταφυλλένια. 
 Για καλή τους τύχη, το βασιλόπουλο πήγαινε σπίτι τους για να ζητήσει, την τριανταφυλλένια να την παντρευτεί. Βλέποντας την τριανταφυλλένια σαν πεθαμένη προσπάθησε, να την συνεφέρει αλλά δεν γινόταν όμως τίποτα. Ανεβαίνει στο άλογο του, και χάνεται σαν αστραπή.
 Υπήρχε ένας μάγος, που ήταν ονομαστός για την σοφια του, σε όλη την χώρα. Ήταν σοφός και καλός, και είχε πάντοτε λύσεις για όλα τα προβλήματα των ανθρώπων. Το βασιλόπουλο, του ζήτησε την βοήθεια του και εκείνος δέχτηκε να πάει κοντά στο κορίτσι. Καβάλα στο άλογο, και οι δυό πίσω στο σπίτι της τριανταφυλλενιας. Ο σοφός μάγος, ρώτησε την μητέρα της τι έγινε, και η τριανταφυλλένια έπεσε του θανατά. Η μητέρα της τριανταφυλλενιας , διηγήθηκε πως ήρθε ο πραματευτής, και πως αγόρασε την πουκάμισα, και σαν την φόρεσε έπεσε λιπόθυμη.
 Ο σοφός μάγος,κατάλαβε ότι η πουκάμισα ήταν το πρόβλημα, και ζήτησε από την μητέρα της, να την βγάλει. Πράγματι η μητέρα της, την έβγαλε και η τριανταφυλλένια, πήρε μια βαθιά ανάσα, και άνοιξε τα μάτια της. Το βασιλόπουλο χαρούμενο που σώθηκε η τριανταφυλλένια, ζήτησε να την παντρευτεί.
«θέλεις να με παντρευτείς τριανταφυλλένια;»
« με χαρά μου» είπε εκείνη.»

 Ο γάμος τους έγινε στο παλάτι, και οι χαρές κράτησαν μια βδομάδα. Η τριανταφυλλένια πηρε στο παλάτι και την μητέρα της, και όλοι μαζί έζησαν ευτυχισμένοι, για πολλά χρόνια. 

















ΤΑ ΓΕΝΝΕΘΛΙΑ ΤΗΣ ΝΕΡΑΙΔΟΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑΣ Κάθε δάσος έχει παρά πολλές νεραιδοχωρες, μικρές και όμορφες, με τους φτερωτούς μικρούς κατοίκ...